Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Κατσιμάμουνα, Πορφύρες και στρόμποι.



Δεν υπάρχει περίπτωση να κατέβω για ψάρεμα σε λιμάνι και να μην έχω μαζί με τα άλλα δολώματα και λίγα κατσιμάμουνα και πορφύρες. Τις περισσότερες φορές όταν φαραώ, τσουτσούνια και μονοδόλια καρφώνουν θάλασσα, όλο και κάποια τσιπουρίτσα θα φάει στους «πάγουρους» και ευκολότερα στις πορφύρες. Κατά κανόνα θα είναι μεγάλο το ψάρι. Κι αν γενικά δεν τρώνε εκείνη την μέρα μπορεί να είναι το μοναδικό. Όταν λέμε κατσιμάμουνα εννοούμε τα κόκκινα καβουράκια που βρίσκουν άδεια κογχύλια και τα κάνουν σπίτι τους. Αυτό το δεκάποδο καρκινοειδές δεν λέγεται «βερνάδρος ερημίτης» όπως λανθασμένα αναφέρεται συχνά, (αυτό το είδος ζει στον Ατλαντικό και δεν υπάρχει στην Μεσόγειο), αλλά είναι ο Paguristes eremita ή/και ο Dardanous arrosor που είναι συχνά απαντόμενοι εκπρόσωποι μιας οικογένειας 12 ειδών μικρών και μεγαλύτερων πάγουρων που ψάχνουν και βρίσκουν καταφύγιο και σπίτι στα άδεια όστρακα των γαστερόποδων σαλιγκαριών του Αιγαίου. Αυτοί οι πάγουροι λοιπόν, δολωμένοι ολόκληροι ή μόνο η ουρά τους, θα μας δώσουν ωραία ψαράκια τις περισσότερες φορές. Σαν δόλωμα είναι πραγματικά κορυφαίοι. Στο παλιό λιμάνι της Ιερισσού οι μεγάλοι σπάροι τρώνε εύκολα σε μια τέτοια ουρά, πολύ ευκολότερα από ότι θα τρώγανε στα σκουλήκια και επειδή μιλάμε για σπάρους 200 γραμμάρια ο καθένας τους και βάλε, αξίζουν τον κόπο τους. Στα Μουδανιά θα μας δώσουν κακαρέλους και τσιπούρες. Στον Μαρμαρά επίσης. Σε παραλίες με μικτό βυθό, όπως αυτές του τρίτου ποδιού της Χαλκιδικής, από συναγριδόπουλα μέχρι τσιπούρες. Στα βραχοτόπια όλες τις σπαρίδες. Στα νησιά μας, που έχουν και πιο κρεμαστά νερά, δολωμένα ολόκληρα είναι δόλωμα για όλα τα καθαρά.

Για να τα δολώσουμε χρειάζεται να σπάσουμε το κέλυφός τους. Προσεκτικά, χρησιμοποιώντας την ακμή μιας πέτρας, σπάζουμε το άκρο του κοχλία, εκεί που βρίσκεται «κρυμμένη» η ουρά τους. Αν χτυπήσουμε δυνατά και τραυματίσουμε το καβουράκι μειώνουμε ουσιαστικά την αποτελεσματικότητά του. Αφού σπάσουμε την άκρη και εμφανίσουμε όλη την ουρά σπρώχνουμε λίγο το κεφάλι από την άλλη μεριά και τραβάμε τον πάγουρο από την πλάτη, μαλακά, για να βγει ολόκληρος. Κόβουμε τις δαγκάνες, αν είναι μεγάλος και τον δολώνουμε ολόκληρο για μεγαλύτερα ψάρια, ή μόνο την ουρά του για μικρότερα και όταν δεν έχει σπόρια που χαλάνε τα δολώματά μας.

Ολόκληρος δολώνεται ευκολότερα σε ίσια αγκίστρια με λεπτό κορμό και μεγάλη καμπύλη σαν τα κλασικά Mustad 1144. Βάζουμε το αγκίστρι από τον θώρακα, ανάμεσα από τα πόδια και το βγάζουμε στην άκρη της ουράς, εκεί που έχει κάτι μικρές πλάκες για να γαντζώνεται μέσα στο όστρακο.

Την ουρά του την δολώνουμε σε όποιο αγκίστρι θέλουμε και όπως θέλουμε. Επειδή είναι μαλακή δεν θα διστάσουμε να τη δέσουμε λίγο με ελαστικό νήμα αν κάνουμε δυναμικά πετάγματα. Αν είμαστε ... αισιόδοξοι και δεν έχει μικρά ψαράκια να μας ενοχλούν, δολώνουμε και δύο και τρεις ουρές μαζί, την μία μετά από την άλλη, σε μεγάλα αγκίστρια για τα μεγαλύτερα ψάρια.

Η πορφύρα, Thais haemastoma, χρησιμοποιήθηκε από τους παλαιότερους Έλληνες για την βαφή των ρούχων τους, (εξ ού και το όνομά της). Την τρώγανε επίσης, όπως και οι σημερινοί μερακλήδες, βρασμένη ελαφρά. Κατά την άποψή μου είναι εξαιρετικό δόλωμα για τις μεγάλες λιμανίσιες τσιπούρες, αλλά δυστυχώς σπανίζει στα νερά του βόρειου Αιγαίου.


Ευκολότερα θα βρούμε στρόμπους. Τους απλούς στρόμπους Murex (Hexaplex) trunculus και Phyllonotus trunculus και τον αγκαθωτό Bolinus brandaris. Γαστερόποδα σαλιγκάρια όπως κι η πορφύρα, παράγουν κι αυτά χρωστική ουσία από έναν αδένα τους, χρώματος μωβ, μπλε έως λαμπερό ίντιγκο μπλε. Είχαν κι οι στρόμποι την θέση τους στην βαφή των ρούχων και στην γαστρονομία. Ως δόλωμα είναι άριστοι. Θα μας δώσουν τσιπούρες στα λιμάνια κι όλες τις σπαρίδες όπως και στα βραχοτόπια. Το δύσκολο είναι – εκτός του να τα βρούμε – να σπάσουμε σωστά το κογχύλι τους και να τους βγάλουμε ολόκληρους, χωρίς να χαλάσουμε τα έντερα της ουράς τους. Εκεί βρίσκεται ο χρωστικός αδένας που την άνοιξη και το φθινόπωρο παράγει χρώμα και μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική μυρουδιά που προσελκύει τα ψάρια. Στην ωριμότητά του ο αδένας αυτός θα μας βάψει τα δάχτυλα όταν δολώνουμε. Τότε είναι που έχει και την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Αν τον χαλάσουμε, όταν σπάνουμε τον κοχλία, το σαλιγκάρι μας δεν είναι καλό δόλωμα πια. Χρησιμοποιούμε την ακμή μιας πέτρας ή καλύτερα ένα μικρό σιδερένιο σφυράκι για να σπάσουμε, πολύ προσεκτικά, την στενή άκρη του σαλιγκαριού, πρώτα. Αφού αποκαλύψουμε τα έντερα της ουράς σπάζουμε εν μέρει και τον κορμό του σαλιγκαριού, όσο χρειάζεται για να βγάλουμε όλο το σαλιγκάρι έξω, σπρώχνοντάς το από το καπάκι μ’ ένα ξυλάκι ή τον ξαγκιστρωτή. Κόβουμε το «καπάκι», ένα κερατοειδές σφράγισμα του κογχυλιού που έχουν πολλά γαστερόποδα και δολώνουμε σε μεγάλο ίσιο αγκίστρι φροντίζοντας η αιχμή του να βγαίνει στα έντερα της ουράς. Λίγο δέσιμο με λεπτό ελαστικό νήμα δεν βλάπτει, ιδίως αν πετάμε δυνατά, αλλά μόνο επάνω στην σάρκα του σαλιγκαριού. Δουλεύει σε οποιαδήποτε αρματωσιά, σε αγκίστρι που ακουμπάει στο βυθό.

1 σχόλιο: